Σάββατο 20 Απριλίου 2013

Σχέδιο Ακρίτας

Στις 21 Απριλίου 1966 η εφημερίδα "Πατρίς", φιλικά προσκείμενη στο Γεώργιο Γρίβα, δημοσίευσε το απόρρητο "Σχέδιο Ακρίτας"[28], το οποίο φέρεται να είχε εκπονηθεί τα πρώτα χρόνια μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου από τον Υπουργό Εσωτερικών της Κυπριακής Κυβέρνησης Πολύκαρπο Γεωρκάτζη εν γνώσει του Μακάριου. Ο Γεωρκάτζης φέρεται να είχε συστήσει μυστική οργάνωση, της οποίας ηγείτο με το ψευδώνυμο «Ακρίτας» [29]. Το σχέδιο απευθυνόταν στα μέλη της οργάνωσης και η δημοσίευσή του πρέπει να οφείλεται στη διαμάχη Γρίβα-Μακάριου. Η ύπαρξη του σχεδίου αυτού δε διαψεύστηκε (ούτε επιβεβαιώθηκε) από την ελληνοκυπριακή κυβέρνηση[30]. Στην οργάνωση του Γεωρκάτζη φέρεται να ήταν μέλος και ο μέχρι πρότινος Πρόεδρος της Κύπρου Τάσος Παπαδόπουλος. Το κείμενο ήταν ανάλυση των στόχων της ελληνοκυπριακής πολιτικής και των μεθόδων που έπρεπε να ακολουθηθούν, για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί. Τελικός στόχος ήταν η Ένωση με την Ελλάδα. Επειδή όμως κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό μετά την υπογραφή των Συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου, θα έπρεπε πρώτα να αποδεσμευθεί η Κύπρος από αυτές τις Συνθήκες. Για να μπορέσει να αποδεσμευθεί η Κύπρος από τις συνθήκες θα έπρεπε να καταδειχθεί ότι η λύση που δόθηκε στο Κυπριακό με τις συνθήκες αυτές δεν ήταν δίκαιη και δεν έλυσε το πρόβλημα. Έπρεπε δηλαδή να προβληθούν και να τονιστούν οι δυσλειτουργίες του Συντάγματος και των Συνθηκών. Πολιτειακές δυσλειτουργίες θα εξυπηρετούσαν το σκοπό αυτόν. Σε αυτό το πλαίσιο θα έπρεπε να περάσει προς τη διεθνή κοινότητα η εντύπωση ότι, ενώ η συμβίωση των δύο κοινοτήτων είναι εφικτή, επικρατούσα είναι η ελληνοκυπριακή κοινότητα, η οποία θα όφειλε να είναι και ο βασικός συνομιλητής. Δεύτερος άμεσος στόχος ήταν, αφού καταδειχθούν οι δυσλειτουργίες του Συντάγματος, να καταστεί δυνατή η τροποποίησή του χωρίς τη συναίνεση ξένων κρατών. Για να γίνει αυτό θα έπρεπε να παρουσιαστεί η τροποποίηση του Συντάγματος ως απόρροια του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης των λαών και να μη συνδεθεί με την Ένωση, για να μην προκληθούν αντιδράσεις. Σε πρώτη φάση θα τροποποιούνταν οι διατάξεις που έδιναν δικαίωμα βέτο στους Τουρκοκυπρίους και θα αντικαθίσταντο από εγγυήσεις για τη μειονότητα. Η τελική φάση του σχεδίου προέβλεπε τη διενέργεια δημοψηφίσματος για την Ένωση με την Ελλάδα. Το σχέδιο αναφέρεται στη χρήση ένοπλης βίας μόνο ως άμυνα στις αντιδράσεις των Τουρκοκυπρίων. Βασικό όμως συμπέρασμα είναι ότι η συνταγματική κρίση ήταν επιθυμητή από τους εμπνευστές του σχεδίου και ότι τα 13 Σημεία του Μακάριου φαίνεται πως δε στόχευαν μόνο στην άρση του πολιτειακού αδιεξόδου, αλλά ήταν μέρος σχεδίου για τον μακροχρόνιο εξοβελισμό του τουρκοκυπριακού στοιχείου από τη διοίκηση της Κύπρου.

Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Η Συνταγματική Κρίση και οι Διακοινοτικές Ταραχές

 


Η αμοιβαία έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο κοινοτήτων οδήγησε σε μια οξύτατη κρίση το 1963-64. Στις 30 Νοεμβρίου 1963 ο Ελληνοκύπριος πρόεδρος της δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος πρότεινε τροποποιήσεις στο σύνταγμα (τα λεγόμενα «13 σημεία»), που αφορούσαν στη διανομή των εξουσιών ανάμεσα στην ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή κοινότητα και θα το καθιστούσαν, κατά την ελληνοκυπριακή άποψη, πιο λειτουργικό και αποτελεσματικό. Οι τροποποιήσεις που πρότεινε ο Μακάριος αφαιρούσαν το δικαίωμα βέτο από τον Ελληνοκύπριο πρόεδρο και τον Τουρκοκύπριο αντιπρόεδρο και γενικώς άλλαζαν το σύστημα από δικοινοτικό (απαιτούνταν ομοφωνία και των δύο κοινοτήτων) σε πλειοψηφικό (αρκούσαν οι περισσότερες ψήφοι απ' όπου κι αν προέρχονταν) με εγγυήσεις για τα δικαιώματα της μειονότητας[12]. Η τουρκοκυπριακή κοινότητα θεώρησε αυτές τις προτάσεις ως προσπάθεια αλλαγής της Συνθήκης Ζυρίχης-Λονδίνου και περιορισμού των δικαιωμάτων της.
Τη συνταγματική κρίση διαδέχονται αιματηρές διακοινοτικές ταραχές, οι οποίες οδήγησαν τους Τουρκοκυπρίους στην απόσυρση τους σε θύλακες και στην αποχή από την πολιτική ζωή της χώρας. Στις 21 Δεκεμβρίου 1963, αστυνομική περίπολος επιχειρεί να ερευνήσει αυτοκίνητο στο οποίο επενέβαιναν Τουρκοκύπριοι στα όρια της Ελληνοκυπριακής και Τουρκοκυπριακής συνοικίας της παλιάς πόλης μετά από πληροφορίες για μεταφορά όπλων από Τουρκοκύπριους παραστρατιωτικούς. Οι Τουρκοκύπριοι αρνήθηκαν να υποβληθούν σε έρευνα, ακολουθώντας τις οδηγίες που είχαν δοθεί από τον Τούρκο Διοικητική της ΤΜΤ Bozkurt και το επεισόδιο εξελίσσεται σε συμπλοκή μεταξύ του Τουρκυπριακού πλήθους που άρχισε να συγκεντρώνεται στο σημειό του συμβάντος και των Ελληνοκυπρίων αστυνομικών που οδηγεί στο θάνατο 2 Τουρκοκυπρίων[13]. Αυτή ήταν η σπίθα για μια από όλους ήδη αναμενόμενη έκρηξη[14]. Τα επεισόδια συνεχίζονται και την επόμενη μέρα καθώς πλήθος Τουρκοκυπρίων, πολλοί από τους οποίους ένοπλοι, περιφέρεται ανεξέλεγκτα στους δρόμους της παλιάς πόλης. Οι αρχικές εκκλήσεις του Προέδρου Μακαρίου και του Αντιπρόεδρου Κουτσούκ αγνοούνται και μέχρι το απόγευμα οι συγκρούσεις επεκτείνονται και σε άλλες συνοικίες της πρωτεύουσας. Μέχρι το επόμενο πρωί βίαια επεισόδια εκδηλώνονται και στην πόλη της Λάρνακας. Παρά την αρχική αισιοδοξία για εκτόνωση της κρίσης, οι συγκρούσεις αρχίζουν εκ νέου στη Λευκωσία το επόμενο πρωί όταν Ελληνοκυπριακές οικογένειες που κατοικούσαν στο στρατηγικής σημασίας προάστιο της Ομορφίτας, που κατοικείτο κυρίως από Τουρκοκύπριους, δέχεται σφοδρή επίθεση από Τουρκοκυπριακές ένοπλες ομάδες. Λίγο μετά, οι συγκρούσεις επεκτείνονται και στην Αμμόχωστο όταν Τουρκοκύπριοι χωροφύλακες επιχειρούν να καταλάβουν το αρχηγείο της χωροφυλακής. Συγκρούσεις αναφέρονται επίσης στην Κερύνεια[15]. Η κατάσταση πλέον οδηγείται σε επικίνδυνη κλιμάκωση με την ΤΟΥΡΔΥΚ (το Τουρκικό στρατιωτικό απόσπασμα που εγκαταστάθηκε στην Κύπρο με βάση τη Συνθήκη Συμμαχίας) να βγαίνει, την ημέρα των Χριστουγέννων, από το στρατόπεδο της και να συμμετέχει στις συγκρούσεις υποστηρίζοντας την προσπάθεια των Τουρκοκυπρίων ενόπλων να ενισχύσουν τις οχυρώσεις τους γύρω από το Τουρκοκυπριακό χωριό Ortakoy. H ΕΛΔΥΚ εγκαταλείπει και αυτή το στρατόπεδο της προς υποστήριξη των Ελληνοκυπρίων αλλά επιστρέφει σε αυτό όταν ο Πρόεδρος Μακάριος αποδέχεται την κοινή παρέμβαση των Εγγυητριών Δυνάμεων για εκτόνωση της κρίσης.[16] Στις 26 Δεκεμβρίου 1963 η ελληνοκυπριακή πλευρά παραδίδει στον Ερυθρό Σταυρό 800 γυναικόπαιδα Τουρκοκύπριους, που είχαν απομακρυνθεί από την περιοχή των μαχών, κυρίως στην περιοχή Ομορφίτας.[17] Παράλληλα η Τουρκοκυπριακή πλευρά παραδίδει 26 Ελληνοκύπριους.[18]
Στις 15 Ιανουαρίου 1964 συνήλθε συνδιάσκεψη στο Λονδίνο για την εξεύρεση λύσης. Στη συνδιάσκεψη αυτή οι Τουρκοκύπριοι προωθούν την ιδέα του φυσικού διαχωρισμού των πληθυσμών των δυο κοινοτήτων την οποία απορρίπτει η Ελληνοκυπριακή πλευρά επιμένοντας σε συνταγματικές αναθεωρήσεις και στην κατάργηση της Συνθήκης Εγγύησης, με αποτέλεσμα η συνδιάσκεψη να οδηγηθεί ουσιαστικά σε αδιέξοδο[19][20]. Από τις 30 Δεκεμβρίου 1963 ο Δρ Κουτσούκ είχε ήδη διακηρύξει ότι "το Σύνταγμα είναι νεκρό" και ότι δεν υπήρχε πλέον προοπτική συνύπαρξης των δυο κοινοτήτων στην Κύπρο [21]. Σε συνέντευξη του στη Le Monde στις 10 Ιανουαρίου 1964 προχωρά ακόμα ένα βήμα. "Θέλουμε" αναφέρει "χωριστό κράτος. Ήδη προχωρούμε προς την κατεύθυνση της δημιουργίας χωριστής διοίκησης, έχουμε δική μας αστυνομία και τηλεπικοινωνίες. Μετά τη Συνδιασκεψη του Λονδίνου, θα επεκτείνουμε την αυτονομία μας. Σε ότι αφορά εμάς, η Κυβέρνηση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου δεν υφίσταται πλέον" [22].
Για πάνω από έξι μήνες ένοπλες παραστρατιωτικές ομάδες συγκρούονταν και η επέμβαση των κυανοκράνων απέτρεψε πολλές φορές κλιμάκωση της έντασης[23]. Δεύτερο κρίσιμο επεισόδιο θεωρείται αυτό που έγινε στην Αμμόχωστο στις 11 Μαΐου 1964, όταν τρεις Ελλαδίτες αξιωματικοί της ΕΛΔΥΚ και ένας Ελληνοκύπριος αστυνομικός εισήλθαν με ένα τζιπ υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες στον τουρκοκυπριακό τομέα της πόλης και επακολούθησε συμπλοκή με Τουρκοκυπρίους, κατά την οποία σκοτώθηκαν ένας αξιωματικός της ΕΛΔΥΚ και ο Ελληνοκύπριος αστυνομικός[24]. Το περιστατικό αυτό έγινε αφορμή να αναζωπυρωθεί η βία και να ενταθούν οι ένοπλες συγκρούσεις και οι απαγωγές. Στο διάστημα αυτό πολλοί Τουρκοκύπριοι εγκαταλείπουν τις απομτα μεικτά χωριά στα οποία ζούσαν και κατέφυγαν σε θύλακες Τουρκοκυπρίων στο βόρειο μέρος του νησιού. Αυτό οφειλόταν εν μέρει στο φόβο που προξενούσαν οι ελληνοκυπριακές ένοπλες επιθέσεις εναντίον τους και εν μέρει σε οργανωμένο σχέδιο της τουρκοκυπριακής ηγεσίας, η οποία με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσε να επιτύχει μια de facto διχοτόμηση του νησιού. Οι ένοπλες αυτές ταραχές ενισχύονταν και από τις «ανεύθυνες, ανακριβείς και ιδιαίτερα συναισθηματικές περιγραφές του τοπικού τύπου»[25]. Στην αρχή οι βρετανικές δυνάμεις έπαιζαν το ρόλο του διαιτητή, μέχρι να αποστείλει ο ΟΗΕ κυανόκρανους. Τότε χαράχτηκε και για πρώτη φορά η Πράσινη Γραμμή με σκοπό ως νεκρή ζώνη να χωρίσει γεωγραφικά τις δύο κοινότητες, υπό τον φόβο επέμβασης της Τουρκίας ως εγγυήτριας δύναμης υπέρ των Τουρκοκυπρίων.
Η Τουρκία και Ελλάδα ενεπλάκησαν ενεργά στη διαμάχη, η μεν πρώτη με την διενέργεια βομβαρδισμών (η προγραμματιζόμενη εισβολή απετράπη έπειτα από επέμβαση του αμερικανικού παράγοντα λόγω της ανοιχτής στήριξης της ΕΣΣΔ προς τον Μακάριο), η δε δεύτερη με την αποστολή στρατιωτικού σώματος πέραν των όσων προέβλεπαν οι Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου. Η κυπριακή κυβέρνηση ζήτησε από την Ελλάδα την αποστολή επιπλέον στρατού. Η ελληνική κυβέρνηση ανταποκρίθηκε, στέλνοντας 5.000 άνδρες υπό τη διοίκηση του Γρίβα, ο οποίος έτσι τον Ιούνιο του 1964 επέστρεψε στο νησί με τη διστακτικά σύμφωνη γνώμη του Μακάριου και τον Αύγουστο του ίδιου έτους ανέλαβε τη διοίκηση και της Εθνικής Φρουράς. Ο Γρίβας εστάλη, γιατί θεωρήθηκε ότι θα ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να ελέγξει τους παραστρατιωτικούς, πράγμα το οποίο και πέτυχε.
Η πιο σοβαρή κρίση έγινε στις αρχές Αυγούστου του 1964, όταν ελληνικές δυνάμεις και δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς επιτέθηκαν στον τουρκοκυπριακό θύλακα των Κοκκίνων στις βόρειες ακτές του νησιού. Αιτία της επίθεσης ήταν ότι ο παράκτιος θύλακας χρησιμοποιούνταν ως βάση για την εισαγωγή όπλων και μαχητών από την Τουρκία. Η Τουρκία αντέδρασε άμεσα στην επίθεση και η τουρκική Αεροπορία βομβάρδισε ελληνοκυπριακές θέσεις στην Τυλληρία με βόμβες ναπάλμ, καθιστώντας σαφείς τις προθέσεις της σε περίπτωση εμπλοκής. 55 Ελληνοκύπριοι σκοτώθηκαν, εκ των οποίων οι 28 πολίτες[26].
Η αποστολή δυνάμεων του ΟΗΕ για την τήρηση της ανακωχής κατά μήκος της Πράσινης Γραμμής κατέδειξε ότι το κυπριακό πρόβλημα παρέμενε ενεργό και είχε προσλάβει έναν διεθνή χαρακτήρα, τον οποίο εξακολουθεί να διατηρεί ως τις μέρες μας. Παράλληλα αποτέλεσμα των συγκρούσεων αυτών ήταν η δημιουργία δύο «πράσινων γραμμών» ανάμεσα στις δύο κοινότητες, μιας γεωγραφικής και μιας ψυχολογικής [27]

Πέμπτη 18 Απριλίου 2013

Πολιτειακές δυσλειτουργίες

 


Πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας εξελέγη ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και αντιπρόεδρος ο Φαζίλ Κιουτσούκ, ηγέτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Το πολίτευμα που προέβλεπαν οι Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου ήταν ιδιαίτερα δύσκαμπτο και στηριζόταν σε συνεργασία μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Ο Πρόεδρος θα ήταν Ελληνοκύπριος, ενώ ο Αντιπρόεδρος Τουρκοκύπριος με δικαίωμα βέτο στη νομοθετική εξουσία της Βουλής των Αντιπροσώπων. Και η Βουλή των Αντιπροσώπων απαρτιζόταν από μέλη και των δύο κοινοτήτων κατά ποσόστωση. Δεν άργησαν να έρθουν τα πρώτα αδιέξοδα σχετικά με την εξωτερική πολιτική, την οργάνωση κυπριακού στρατού, την εκπαίδευση και τα οικονομικά.

 

Το Σύνταγμα προέβλεπε τη στελέχωση της Δημόσιας Διοίκησης με Τουρκοκυπρίους σε ποσοστό 30%. Η ελληνοκυπριακή πλευρά κωλυσιεργούσε στο διορισμό Τουρκοκυπρίων με το επιχείρημα ότι δεν είχαν τα αναγκαία προσόντα, με αποτέλεσμα τρία χρόνια μετά να μην έχει επιτευχθεί ακόμη η ποσόστωση. Στο συνταγματικό δικαστήριο της Κύπρου εκκρεμούσαν το 1963 2.000 προσφυγές Τουρκοκυπρίων για τον διορισμό τους στη δημόσια διοίκηση. Άλλα σημεία διαφωνίας ήταν η σύσταση και οργάνωση μικτού κυπριακού στρατού και η οργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης. Οι Τουρκοκύπριοι με τη στήριξη της Τουρκίας επέμεναν στη σύσταση εθνικά αμιγών δήμων και τον διαχωρισμό του πληθυσμού. Αιτία ήταν ότι οι τουρκοκυπριακοί δήμοι που θα δημιουργούνταν θα ήταν οι μόνοι φορείς εξουσίας, στους οποίους δε θα είχαν την πλειοψηφία οι Ελληνοκύπριοι. Το αίτημά τους είχε γίνει δεκτό και είχαν περιληφθεί σχετικές διατάξεις στο νέο Σύνταγμα. Η ελληνοκυπριακή πλευρά θεωρούσε τη δημιουργία αμιγών δήμων ως την αρχή της διαίρεσης του νησιού και αρνήθηκε να εφαρμόσει τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος[9]. Άλλο ζήτημα ήταν οι φορολογικοί νόμοι. Οι φορολογικοί νόμοι έπρεπε να εγκριθούν από τους αντιπροσώπους και των δύο κοινοτήτων. Η κυβέρνηση έφερε πρόταση νόμου στη Βουλή των Αντιπροσώπων για τη θέσπιση ενός μόνιμου φορολογικού καθεστώτος, η τουρκοκυπριακή μερίδα των βουλευτών όμως, της οποίας η σύμπραξη ήταν κατά το Σύνταγμα αναγκαία για την ψήφιση νόμων, αρνούνταν οποιαδήποτε συνεργασία και επιθυμούσε προσωρινούς νόμους βραχύχρονης διάρκειας, ώστε να παραμείνει η εκκρεμότητα και διατηρήσει τη διαπραγματευτική της δύναμη στο νέο κράτος. Αποτέλεσμα ήταν τελικά να μην υπάρχει η αναγκαία συνεργασία μεταξύ των δύο κοινοτήτων για τη λειτουργία του πολιτεύματος και του κράτους εν γένει.

Στο μεταξύ ο Μακάριος, με δημόσιες δηλώσεις του δεν έκρυβε τη δυσαρέσκειά του για το καθεστώς της Ζυρίχης αλλά και για την αποτυχία του Ενωτικού Αγώνα. Οι δηλώσεις αυτές μπορεί να είχαν ως στόχο την ικανοποίηση του αισθήματος των οπαδών του, εντείνουν όμως την καχυποψία μεταξύ των Τουρκοκυπρίων ως προς τις πραγματικές προθέσεις της Ελληνοκυπριακής πλευράς. Από διάφορες πηγές έχει αποδοθεί στον Μακάριο ότι σε ομιλία του στη γενέτειρα του Παναγιά στις 4 Σεπτεμβρίου 1962 διακήρυττε την ιδέα της εθνοκάθαρσης της Τουρκοκυπριακής μειονότητας λέγοντας "Μέχρις ότου εκδιωχθεί η μικρή αυτή τουρκική κοινότητα, ούσα τμήμα της τουρκικής φυλής, του φοβερού αυτού εχθρού του Ελληνισμού, το καθήκον των ηρώων της ΕΟΚΑ δεν θα μπορεί να θεωρηθεί ως περατωθέν"[10]. Τέτοια αναφορά όμως δεν επιβεβαιώνεται από ελληνοκυπριακές πηγές ενώ στον ελληνοκυπριακό τύπο της εποχής[11] ο οποίος παρακολουθούσε στενά τις δραστηριότητες και κινήσεις του Μακαρίου δεν καταγράφεται επίσκεψη Μακαρίου στην Παναγιά στις 4 Σεπτεμβρίου 1962 ή εκφώνηση από μέρους του ομιλίας τη μέρα εκείνη.

Οι Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου

Ανεξαρτησία, τα πρώτα χρόνια (1960-64)



Τελικά οι Βρετανοί ενέδωσαν στον ελληνοκυπριακό αγώνα και συναίνεσαν στη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους. Το 1959 υπεγράφησαν μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Ελλάδας, Τουρκίας, ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής κοινότητας οι Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου, με τις οποίες ιδρυόταν ανεξάρτητο κράτος, η Κυπριακή Δημοκρατία. Οι Συνθήκες τέθηκαν σε ισχύ στις 16 Αυγούστου 1960. [εκκρεμεί παραπομπή] Οι περισσότεροι έβλεπαν στην ανεξαρτησία ένα μεταβατικό στάδιο προς την πλήρη ένωση με την Ελλάδα. Και η τουρκοκυπριακή ηγεσία συνέχισε να προωθεί τα αρχικά της σχέδια, που ήταν ο πλήρης διαχωρισμός των δύο κοινοτήτων, η διχοτόμηση της Κύπρου και η ίδρυση ανεξάρτητου τουρκοκυπριακού κράτους (ή κράτους που θα μπορούσε στη συνέχεια να ενωθεί με την Τουρκία). Προς την κατεύθυνση αυτή εκμεταλλευόταν τα προνόμια που της έδιναν οι συνθήκες για να παρεμποδίζει τη λήψη σημαντικών αποφάσεων. Ο σκοπός ήταν να φανεί ότι το ενιαίο κράτος δύο εθνικών κοινοτήτων δεν μπορούσε να λειτουργήσει. Έτσι, η ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ανταποκρινόταν στα αιτήματα καμιάς από τις δύο εθνικές κοινότητες και υποσκάπτονταν και από τις δύο.

Η Μεγάλη Βρετανία από την πλευρά της, θέλοντας να δείξει πως μόνο με την κυριαρχία της στο νησί μπορούσαν να ζήσουν οι δύο κοινότητες ειρηνικά, δεν έβλεπε θετικά ούτε το ενιαίο ανεξάρτητο κράτος ούτε τη διχοτόμηση σε δύο ανεξάρτητα κράτη (ή κράτη που θα ενώνονταν με τις μητροπολιτικές χώρες των κοινοτήτων τους). Οι ΗΠΑ τέλος έβλεπαν με καχυποψία ένα νέο ανεξάρτητο κράτος στην Ανατολική Μεσόγειο, που έφευγε από την κυριαρχία μιας χώρας του ΝΑΤΟ και μπορούσε να προσχωρήσει στο Κίνημα των Αδεσμεύτων ή ακόμα και στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης.

Παρά την ανεξαρτησία δεν διαλύθηκαν οι ελληνοκυπριακές και τουρκοκυπριακές ένοπλες ομάδες, οι οποίες συνέχισαν τη δράση τους.

Η ένοπλη φάση του αντιαποικιακού αγώνα (1955-59)

Το 1955 ξεκίνησε ένοπλος αγώνας κατά της Βρετανικής Κατοχής του νησιού από τους Ελληνοκύπριους κατοίκους υπό την ηγεσία της οργάνωσης ΕΟΚΑ με εντεταλμένο αρχηγό τον Κύπριο απόστρατο αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού Γεώργιο Γρίβα ή «Διγενή», η οποία έθετε ως στόχο την ενσωμάτωση της Κύπρου στο ελληνικό κράτος («Ένωσις»). Οι Τουρκοκύπριοι, μην επιθυμώντας την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα, τάχθηκαν κατά της αυτοδιάθεσης (που θα οδηγούσε στην προσάρτηση του νησιού στην Ελλάδα) και συντάχθηκαν με τους Άγγλους. Η βρετανική πολιτική εκμεταλλεύτηκε το γεγονός και επιδίωξε την εμπλοκή στο ζήτημα του τουρκικού παράγοντα, ο οποίος, επικαλούμενος την προστασία της τουρκοκυπριακής κοινότητας, επέτυχε να καταστεί ισότιμος συνομιλητής για τη διευθέτηση του προβλήματος. Όταν άρχισε να διαγράφεται η πιθανότητα ανεξαρτητοποίησης του νησιού από τους Άγγλους, το τουρκοκυπριακό αίτημα ήταν η διαίρεση του νησιού σε δύο κράτη («taksim»). Το 1955 ο Φαζίλ Κιουτσούκ ιδρύει το κόμμα «Η Κύπρος είναι Τουρκική» στην Κύπρο.



 

Η αντιπαλότητα μεταξύ των δυο κοινοτήτων εξελίχθηκε το 1958 σε ανοικτή ένοπλη σύγκρουση μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων με νεκρούς και από τις δύο πλευρές. Οι Τουρκοκύπριοι είχαν ήδη δημιουργήσει τις δικές τους μυστικές ένοπλες οργανώσεις, όπως την Volkan. Αυτές το 1958 αντικαταστάθηκαν από την οργάνωση ΤΜΤ, η οποία ιδρύθηκε από το Γενικό Επιτελείο του Τουρκικού Στρατού με αξιωματικούς και όπλα του τουρκικού στρατού και Τουρκοκύπριους εθελοντές[6]. Ένοπλοι Τουρκοκύπριοι σκότωσαν στο Κιόνελι το 1958 οκτώ Ελληνοκύπριους εργάτες. Παράλληλα με αφορμή δυο σοβαρά επεισόδια μεταξύ αριστερών και ανταρτών της ΕΟΚΑ που άφησαν δυο οπαδούς της Αριστεράς νεκρούς, το ΑΚΕΛ πραγματοποίησε τον Ιανουάριο του 1958 μαζικές συγκεντρώσεις, στις οποίες κατήγγειλε την ΕΟΚΑ για οργανωμένες επιθέσεις με στόχο το ίδιο το αριστερό κίνημα, ζήτησε την παρέμβαση του Μακαρίου αλλά επανέλαβε παράλληλα την προσήλωσή του στον στόχο της Αυτοδιάθεσης-Ένωσης. Η ίδια η ΕΟΚΑ με ανακοινώσεις της απορρίπτει της κατηγορίες, δικαιολογεί τη στάση των ανταρτών λέγοντας ότι ενήργησαν ενώ βρίσκονταν σε αυτοάμυνα και αναφέρει ότι στόχοι της ΕΟΚΑ είναι μόνο πρόσωπα που υποσκάπτουν τον Αγώνα ανεξαρτήτως ιδεολογίας.[7]. Το ζήτημα αυτό εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να διχάζει έντονα την κυπριακή κοινωνία.

Οι Βρετανοί ενοχλημένοι από τη δράση της εκκλησίας εξόρισαν στις 9 Μαρτίου 1956 τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τον Μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανό στις Σεϋχέλλες για έναν χρόνο. Κατόπιν τους επετράπη να φύγουν από τις Σεϋχέλλες, όχι όμως και να γυρίσουν στην Κύπρο. Παράλληλα, οι ελληνικές κυβερνήσεις δίσταζαν να αντιπαρατεθούν με την Αγγλία λόγω της βοήθειας που αυτή είχε προσφέρει στα κυβερνητικά στρατεύματα εναντίον των κομμουνιστών από την απελευθέρωση και μετά. Χαρακτηριστική είναι η φράση, την οποία φέρεται να είπε ο Γεώργιος Παπανδρέου το 1950 (πριν την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα κατά των Βρετανών) ως Υπουργός Εσωτερικών στον τότε δήμαρχο Λευκωσίας: «Η Ελλάς αναπνέει με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν, και δι' αυτό δεν ημπορεί να πάθει ασφυξίαν λόγω του Κυπριακού»[8]. Η κοινή γνώμη όμως και η Εκκλησία ήταν στο πλευρό των Ελληνοκυπρίων, γεγονός που δημιουργούσε πίεση στους πολιτικούς.

Κυριακή 14 Απριλίου 2013

Οθωμανική Αυτοκρατορία και περίοδος της Αγγλοκρατίας 1878-1955


Το Κυπριακό πρόβλημα στην αρχική του μορφή εντάσσεται σε μια γενικότερη τάση για εθνική αυτοδιάθεση των λαών που τελούσαν υπό καθεστώς αποικιοκρατίας, σε συνδυασμό με τις γενικότερες ανακατατάξεις που επήλθαν στη Βαλκανική με την παρακμή και πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Κύπρος κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς στα 1571. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία για τακτικούς πολιτικούς λόγους της εποχής από τη μία, και στην προσπάθεια της να εξασφαλίσει οικονομικούς πόρους για αποπληρωμή των δανείων (που είχε συνάψει το 1855 με την Αγγλία και τη Γαλλία) από την άλλη, εκμίσθωσε το 1878 την Κύπρο στην Αγγλία. Η παραπάνω συμφωνία περιλάμβανε ετήσιο χρηματικό ποσό (σε στερλίνες της εποχής) το οποίο θα καταβάλλονταν από τους Άγγλους στον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄, τότε ηγεμόνα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η ανάπτυξη βρετανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή είχε σκοπό να αποθαρρύνει την περαιτέρω εισβολή της Ρωσίας στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Στο νησί λόγω της Οθωμανικής κατοχής κατοικούσαν δύο κοινότητες, η ελληνοκυπριακή και η τουρκοκυπριακή σε ποσοστό 80%-18% αντίστοιχα. Δεν ήταν γεωγραφικά χωρισμένες. Πριν την έναρξη των ενόπλων συγκρούσεων, από τα 619 χωριά, τα 393 ήταν αποκλειστικά ή κυρίως ελληνοκυπριακά, τα 120 τουρκοκυπριακά και τα 106 μικτά. Οι μεγάλες πόλεις ήταν μικτές με τις δύο κοινότητες να κατοικούν σε χωριστές συνοικίες. Η κάθε κοινότητα είχε τη γλώσσα και τη θρησκεία της, δικό της σύστημα εκπαίδευσης καθώς και δικό της Δίκαιο στους τομείς του Οικογενειακού και Κληρονομικού Δικαίου[2].
Οι Ελληνοκύπριοι επεδίωκαν την ενσωμάτωση της Κύπρου στη μητροπολιτική Ελλάδα, η οποία σιγά σιγά επεκτεινόταν, εντάσσοντας διαρκώς νέα εδάφη στον κορμό που ανεξαρτητοποιήθηκε μετά την Επανάσταση του 1821. Οι Τουρκοκύπριοι από την άλλη, ενώ με τη Συνθήκη της Λωζάνης παραιτήθηκαν από κάθε αξίωση επί της Κύπρου, δεν ήθελαν να την δουν να ενσωματώνεται στην Ελλάδα, όπως συνέβη με την Κρήτη μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Το παράδειγμα της Κρήτης, όπου η ελληνική πλειοψηφία κατάφερε πρώτα να αυτονομηθεί το 1898 και στη συνέχεια να ενσωματωθεί στην Ελλάδα το 1913,
Ήδη από τα οθωμανικά χρόνια ο Αρχιεπίσκοπος της αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Κύπρου ήταν διοικητικά και Εθνάρχης των Ελληνοκυπρίων. Τον ρόλο του πνευματικού ηγέτη των Ελληνοκυπρίων τον διατήρησε και επί Αγγλοκρατίας, παρά την κατάργηση του οθωμανικού συστήματος των millet (διοίκησης κατά έθνη). Πάγιο αίτημα όλων των Αρχιεπισκόπων Κύπρου ήταν επίσης η Ένωση με την Ελλάδα. Το αίτημα αυτό το καθιστούσαν σαφές στους εκάστοτε Βρετανούς Κυβερνήτες και το κήρυτταν στις εκκλησίες.
Το 1914 η Μεγάλη Βρετανία προσέφερε την Κύπρο στην Ελλάδα, ως αντάλλαγμα, στην περίπτωση που η Ελλάδα θα λάμβανε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Ο φιλογερμανός Βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Α΄ όμως προτίμησε να κρατήσει ουδέτερη στάση και αρνήθηκε την προσφορά.
Οι Άγγλοι είχαν συστήσει στην Κύπρο νομοθετικό συμβούλιο, αποτελούμενο από αντιπροσώπους των Ελληνοκυπρίων, των Τουρκοκυπρίων και δικούς τους σε τέτοια αναλογία, ώστε οι ψήφοι Τουρκοκυπρίων και Άγγλων να ισούνται με αυτές των Ελληνοκυπρίων. Το 1931 οι Ελληνοκύπριοι αντιπρόσωποι με τη συνδρομή ενός Τουρκοκύπριου αντιπροσώπου καταψήφισαν ένα φορολογικό νομοσχέδιο. Όταν τον Οκτώβριο του 1931 ο Βρετανός Κυβερνήτης προσπάθησε παρ' όλα αυτά να το εφαρμόσει, ξέσπασαν εκτεταμένες ταραχές, κατά τις οποίες οι Ελληνοκύπριοι ζητούσαν την ενσωμάτωση της Κύπρου την Ελλάδα.
Το 1948 εξελέγη Μητροπολίτης Κιτίου ο Μακάριος. Τον Ιανουάριο του 1950 ως προϊστάμενος του Γραφείου Εθναρχίας της Αρχιεπισκοπής Κύπρου οργάνωσε δημοψήφισμα στις εκκλησίες υπό την επίβλεψη των ιερέων. Το δημοψήφισμα είχε τη μορφή δημόσιας (φανερής) συλλογής υπογραφών[3][4]. Το 95,7% αυτών που είχαν δικαίωμα συμμετοχής υπόγραψαν υπέρ της ένωσης. Το ίδιο έτος εξελέγη ο ίδιος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου.
Toν Αύγουστο του 1954 ο ηγέτης της τουρκοκυπριακής μειονότητας, Δρ. Φαζίλ Κουτσούκ, (αργότερα ο πρώτος αντιπρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας) δήλωνε ότι η Κύπρος έπρεπε να επιστραφεί στην Τουρκία και να αφήσουν οι Άγγλοι στους Τούρκους την διαχείριση του αιτήματος των Ελληνοκυπρίων για αυτοδιάθεση[5]. Δήλωνε ότι η Κύπρος είναι ιδιοκτησία της Τουρκίας, αγνοώντας πλήρως την πολιτική θέληση των κατοίκων του νησιού ωσάν να πρόκειται για αγοραπωλησία ακινήτων[5].

Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

Το Κυπριακό πρόβλημα

Το Κυπριακό πρόβλημα αρχικά ήταν αποικιακό ζήτημα. Οι αγγλικές κυβερνήσεις των Συντηρητικών αναγνώρισαν την πολιτική απειλή που δημιουργείτο εναντίον τους, με το όλο και αναβαθμιζόμενο δικαίωμα αυτοδιάθεσης των λαών. Έτσι σχεδίασαν και πέτυχαν να μετατρέψουν το Κυπριακό από αποικιακό ζήτημα σε ελληνοτουρκική διαφορά επειδή με αυτό τον τρόπο η πολιτική πίεση που δεχόταν θα υποβαθμιζόταν. Εάν η Τουρκία εμπλεκόταν πολιτικά ζητώντας την Κύπρο, η Αγγλία θα μπορούσε στο διηνεκές να παρουσιάζεται ως διαμεσολαβητής και κηδεμόνας της Κύπρου.[1].
Το Κυπριακό πρόβλημα είναι πρόβλημα διεθνούς δικαίου, λόγω της παράνομης στρατιωτικής κατοχής του βόρειου τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, η οποία το προβάλλει (ανεπιτυχώς) ως ξεχωριστό, ανεξάρτητο τουρκοκυπριακό κράτος. Λόγω ακριβώς της πτυχής αυτής, το κυπριακό πρόβλημα μπορεί να παραλληλιστεί με το πρόσφατο θέμα της απόσχισης της Νοτίου Οσετίας και της Αμπχαζίας από τη διεθνώς αναγνωρισμένη Γεωργία. Στην εσωτερική του διάσταση συνίσταται στην εσωτερική διαμάχη ανάμεσα στην ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή κοινότητα. Αντικείμενο της διαμάχης υπήρξε ο ρόλος κάθε μιας από τις δύο αυτές κοινότητες στο νέο κράτος, τη διανομή της εξουσίας μεταξύ τους, και τις σχέσεις του νέου κράτους με την Ελλάδα και την Τουρκία.
Το Κυπριακό πρόβλημα είναι πολύπλοκο, χρονολογείται από τις αρχές του 20ου αιώνα και οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, που μεταβάλλονταν κατά την μακρόχρονή του πορεία. Μεταξύ των παραγόντων οι πιο σημαντικοί είναι η αντιπαλότητα μεταξύ των δύο κοινοτήτων του νησιού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, η αντιπαράθεση ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, αλλά και η γεωστρατηγική θέση του νησιού («αβύθιστο αεροπλανοφόρο» στην Ανατολική Μεσόγειο), η οποία εξυπηρετούσε τα συμφέροντα ξένων δυνάμεων, κυρίως της Μεγάλης Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών, στη Μέση Ανατολή, χωρίς να παραβλέπεται το ενδιαφέρον που είχε επιδείξει κατά καιρούς η Σοβιετική Ένωση.

Σάββατο 6 Απριλίου 2013

Πολίτευμα - Αρχές - Κράτος

Πολίτευμα - Αρχές

Το πολίτευμα της Κύπρου είναι Προεδρική Δημοκρατία. Αρχηγός κράτους και κυβέρνησης είναι ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας που εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία για περίοδο πέντε ετών. Πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄. Από το 2013 στο αξίωμα αυτό είναι ο Νίκος Αναστασιάδης τέως πρόεδρος του ΔΗΣΥ.
Η Εκτελεστική εξουσία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ένα εντεκαμελές Υπουργικό Συμβούλιο που διορίζεται από τον Πρόεδρο. Σημειώνεται ότι οι Τουρκοκύπριοι από το 1963 αρνούνται τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση.
Η Νομοθετική εξουσία ασκείται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων τα μέλη της οποίας εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία με σύστημα απλής αναλογικής και για περίοδο πέντε ετών. Η Βουλή των Αντιπροσώπων περιλαμβάνει 80 έδρες (56 για τους Ελληνοκύπριους και 24 για τους Τουρκοκύπριους - οι 24 έδρες παραμένουν κενές). Κύριες σήμερα πολιτικές δυνάμεις στην Κύπρο που συμμετέχουν στη Βουλή είναι τα κόμματα Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού(ΑΚΕΛ) (19 έδρες), Δημοκρατικός Συναγερμός (ΔΗΣΥ) (20 έδρες), Δημοκρατικό Κόμμα (ΔΗΚΟ) (9 έδρες), Κίνημα Σοσιαλδημοκρατών (ΚΣ ΕΔΕΚ]] (5 έδρες), Ευρωπαϊκό Κόμμα (ΕΥΡΩΚΟ) (2 έδρες) και το Κίνημα Οικολόγων Περιβαλλοντιστών (1 έδρα).
Η Δικαστική εξουσία, (απονομή δικαιοσύνης) στην Κύπρο, ασκείται από το Ανώτατο Δικαστήριο της Δημοκρατίας, τα Κακουργιοδικεία και τα Επαρχιακά Δικαστήρια, που αποτελούν ανεξάρτητη εξουσία.

Ιεραρχία του Κράτους

  1. Πρόεδρος της Δημοκρατίας (Σήμερα: Νίκος Αναστασιάδης, από 2013 μέχρι 2018)
  2. Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων (Σήμερα: Γιαννάκης Ομήρου, από 2011)
  3. Ο μεγαλύτερος σε ηλικία Βουλευτής(Μέχρι Σήμερα: Νίκος Αναστασιάδης ,μέχρι 23/2/13)
  4. Γενικός Εισαγγελέας (Σήμερα: Πέτρος Κληρίδης, από 2005)
  5. Πρόεδρος Ανωτάτου Δικαστηρίου (Σήμερα: Πέτρος Αρτέμης, από 2012)
  6. Μέλη Υπουργικού Συμβουλίου (Σήμερα: Κυβέρνηση Κύπρου, από 2012)

Ανεξάρτητες Αρχές - Σώματα 

Στην Κύπρο υφίσταται κάποιος αριθμός πολιτικών αξιωματούχων, Αρχών και Σωμάτων που δεν υπάγονται σε κανένα υπουργείο. Σύμφωνα με το υφιστάμενο σύνταγμα αυτοί είναι:
α) Ανεξάρτητοι αξιωματούχοι της Δημοκρατίας: Ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Γενικός Ελεγκτής, που προΐστανται της νομικής και ελεγκτικής υπηρεσίας αντίστοιχα, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, και το Γραφείο Προγραμματισμού, που λειτουργούν ως ανεξάρτητα συλλογικά όργανα.
β) Ανεξάρτητα Σώματα της Δημοκρατίας: Σ΄ αυτά περιλαμβάνονται το Γενικό Λογιστήριο, η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού, το Γραφείο Επιτρόπου Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Κανονισμών, το Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ο Κυπριακός Οργανισμός Αγροτικών Πληρωμών, η Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Τοπικές Αρχές

Την ευθύνη για θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν τα Δημοτικά και Κοινοτικά Συμβούλια. Τα μεν Δημοτικά ασχολούνται με παροχή υπηρεσιών με διοικητικές αρμοδιότητες στις πόλεις και σε μεγάλες αγροτικές κοινότητες, ενώ τα κοινοτικά συμβούλια παρέχουν υπηρεσίες με διοικητικές αρμοδιότητες σε χωριά. Και τα δύο αυτά είδη Συμβουλίων είναι ανεξάρτητα σώματα τα μέλη των οποίων εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία στην περιφέρειά τους.

Εκλογές του 2011

Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω.[10]. Διεξάγονται ξεχωριστές βουλευτικές και προεδρικές εκλογές, και από το 2004 διεξάγονται και εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι τελευταίες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 22 Μαΐου 2011. Στις εκλογές εκείνες πρώτο κόμμα αναδείχθηκε ο Δημοκρατικός Συναγερμός (ΔΗΣΥ), επιβεβαιώνοντας τις δημοσκοπήσεις.[12]

Βουλή των Αντιπροσώπων, 22 Μαΐου 2011
ΚόμματαΨήφοι%+/–Έδρες+/–
Δημοκρατικός Συναγερμός138.68234,28%+3,76%20+2
Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού132.17132,67%+1,36%19+1
Δημοκρατικό Κόμμα63.76315,76%−2,22%9−2
Κίνημα Σοσιαλδημοκρατών36.1138,93%−0,03%5±0
Ευρωπαϊκό Κόμμα15.7113,88%−1,91%2−1
Κίνημα Οικολόγων Περιβαλλοντιστών8.9602,21%+0,25%1±0
Εθνικό λαϊκό μέτωπο4.3541,08%+1,08%0±0
Γραφείο Δικαιωμάτων του Πολίτη ΛΑΣΟΚ2.6670,66%+0,42%0±0
Ζυγός – Κίνημα Ανεξάρτητων Πολιτών8590,21%0
Κυπριακή Προοδευτική Συνεργασία7090,18%0
Ανεξάρτητοι5880,14%0
Έγκυρα404.57796,73%
56
Λευκά4.9691,19%
΄Ακυρα8.7012,08%
Ψήφισαν418.24778,70%
Εγγεγραμμένοι531.463
Πηγές: Ministry of the Interior Cyprus Mail

Η λεγόμενη Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου 

Στο κατεχόμενο από την Τουρκία βόρειο μέρος της Κύπρου, ντε φάκτο δεν ασκείται πολιτικός έλεγχος από την νόμιμη κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, και έχει ανακηρυχθεί ένα ανεξάρτητο "κράτος" το 1983. Το "κράτος" που αυτοαποκαλείται Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου δεν αναγνωρίζεται από καμία χώρα στον κόσμο πλην της Τουρκίας. Το πολίτευμα του είναι Κοινοβουλευτική Δημοκρατία με λεγόμενο Πρόεδρο τον Ντερβίς Έρογλου.

Θρησκεία - Εκπαίδευση - Πολιτισμός

Θρησκεία 

Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων της Κύπρου είναι Χριστιανοί Oρθόδοξοι και ανήκουν στην Oρθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Κύπρου. Οι περισσότεροι Τουρκοκύπριοι είναι μουσουλμάνοι. Στην Κύπρο υπάρχουν επίσης και άλλες μικρότερες κοινότητες όπως: η Εβραϊκή, η Διαμαρτυρόμενη, η Καθολική, η Μαρωνίτικη και μια Αρμενική που ανήκουν σε άλλα αντίστοιχα δόγματα.

 

Εκπαίδευση

Η Κύπρος έχει ένα πολύ καλό σύστημα εκπαίδευσης, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Στην Κύπρο η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική μέχρι το 15ο έτος ηλικίας. Η στοιχειώδης και μέση εκπαίδευση παρέχονται δωρεάν. Όσον αφορά τη δημόσια εκπαίδευση, η στοιχειώδης εκπαίδευση αποπερατώνεται κυρίως στο Δημοτικό Σχολείο, η μέση στο Γυμνάσιο και Λύκειο, ενώ υπάρχουν και σχολές που ανήκουν στην ανώτερη (όπως το ΑΞΙΚ, το Δασικό Κολέγιο κ.λπ. -υπήρχε και το ΑΤΙ, αλλά τερμάτισε την λειτουργία του το 2011) και ανώτατη εκπαίδευση (όπως από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου και το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου). Υπάρχει επίσης και μια πληθώρα ιδιωτικών σχολών που καλύπτουν όλο το φάσμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ λειτουργούν και αναγνωρισμένα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Γενικά η Κύπρος κατατάσσεται πολύ υψηλά σε αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το 2003 το 64% των αποφοίτων μέσης εκπαίδευσης συνέχισε ανώτερες σπουδές.
Ένας μεγάλος αριθμός Κυπρίων φοιτητών, περισσότερο του 50% πάει στο εξωτερικό για σπουδές, λόγω κυρίως του μικρού αριθμού θέσεων, των περιορισμένων επιλογών και σε μερικές περιπτώσεις για σκοπούς καλύτερης ποιότητας εκπαίδευσης. Οι δημοφιλέστεροι προορισμοί είναι η Ελλάδα, (64,7%), το Ηνωμένο Βασίλειο (17%), οι ΗΠΑ (8,5%), και διάφορες άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ισπανία και η Βουλγαρία.
Το ακαδημαϊκό επίπεδο των Κυπρίων μαθητών έχει ενισχυθεί σε διάφορους τομείς λόγω κυρίως της δράσης διαφόρων επιστημόνων. Η κυριότερη δραστηριότητα είναι οι Μαθηματικοί Διαγωνισμοί που διοργανώνονται από την Κυπριακή Μαθηματική Εταιρεία. Αυτοί έχουν συντείνει στο να καλυτερεύσει το επίπεδο των Κυπρίων μαθητών στα Μαθηματικά.
]

Πολιτισμός

Η Πολιτιστική κληρονομιά της Κύπρου περιλαμβάνει νεολιθικούς οικισμούς, αρχαία ελληνικά, ελληνιστικά και ρωμαϊκά μνημεία, πολλές βυζαντινές και λατινικές εκκλησίες και μοναστήρια, φράγκικα και ενετικά φρούρια και κάστρα του 12ου - 16ου αιώνα καθώς και πολλά τζαμιά ενώ η κυπριακή αρχιτεκτονική των σπιτιών σε διάφορες πόλεις και χωριά είναι μοναδική.
Γενικά η πολιτιστική ζωή της Κύπρου φέρεται αρκετά ανεπτυγμένη και εκφράζεται μέσω των εικαστικών τεχνών, όπως η λογοτεχνία, η μουσική, ο λαϊκός πολιτισμός (βλ. Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου: http://www.cypriotstudies.org/Mouseio.html), η ποίηση, ο χορός, τα κονσέρτα, η όπερα, η ζωγραφική και η γλυπτική που αποτελούν μερικές από τις εκφάνσεις της.
Παράλληλα μεταξύ των διαφόρων θεσμών που έχουν καθιερωθεί όπως διαλέξεων, συμποσίων και σεμιναρίων κυρίαρχη θέση κατέχει το φεστιβάλ «Τα Κύπρια» κάποια κινηματογραφικά καθώς κοινά πολιτιστικά προγράμματα με την Ελλάδα και άλλες χώρες. Στην Κύπρο επίσης λειτουργούν αρκετά μουσεία, βιβλιοθήκες και πινακοθήκες. Ειδικότερα η κρατική πινακοθήκη φιλοξενεί σε μόνιμη βάση όλη την κρατική συλλογή της σύγχρονης κυπριακής τέχνης, ενώ πολύ τακτικά φιλοξενεί σημαντικές εκθέσεις Κυπρίων και ξένων καλλιτεχνών. Το δε Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου επιχορηγεί τη συμμετοχή Κυπρίων καλλιτεχνών σε διεθνείς καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς.
Η Κύπρος έχει αναδείξει σπουδαίους καλλιτέχνες και συγγραφείς στην ιστορία της όπως ο Κώστας Μόντης, ο Μάνος Λοΐζος, η Άννα Βίσση, ο Δημήτρης Θ. Γκότσης κι ο Μάριος Τόκας πολλοι εκ των οποίων έχουν κάνει καριέρα και στην Ελλάδα.
Τέλος στον αθλητισμό το πιο δημοφιλές άθλημα είναι το ποδόσφαιρο στο οποίο υπάρχουν κάποιες ιστορικές ομάδες όπως η Ανόρθωση Αμμοχώστου, ο ΑΠΟΕΛ Λευκωσίας, η ΑΕΛ Λεμεσού , ο Άρης Λεμεσού, και η Ομόνοια Λευκωσίας και ο Απόλλων Λεμεσού.Τα πρωτα τεσσερα ειναι απο τα ιδρυτικά Σωματεία της ΚΟΠ

Διοικητική Διαίρεση Κύπρου - Δημογραφία

 Οι επαρχίες της Κύπρου


Η Κύπρος διαιρείται σε έξι επαρχίες:

Δημογραφία

Κατανομή πληθυσμού της Κύπρου το 1960

Πριν την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 ο πληθυσμός της Κύπρου είχε ως εξής: 82% Ελληνοκύπριοι και 18% Τουρκοκύπριοι. Λόγω αυτής της συνοίκησης των δύο βασικών κοινοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας ο όρος "εθνότητα" αναφέρεται στην Ελληνική ή Τουρκική, ενώ σε ό,τι αφορά την ιδιότητα του πολίτη της Δημοκρατίας χρησιμοποιείται ο όρος "Ιθαγένεια" ή "Υπηκοότητα". Κατά το σύνταγμα της Κύπρου στην Ελληνική κοινότητα Κύπρου συμπεριλαμβάνονται εκτός από τους Έλληνες που αποτελούν πλειοψηφία και οι θρησκευτικές ομάδες των Μαρωνιτών των Λατίνων και των Αρμενίων. Στην Τουρκική μειονότητα Κύπρου συμπεριλαμβάνονται εκτός των Τούρκων και όλοι οι μουσουλμάνοι και οι Ρομά .
Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού ήταν σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2009 τα 78,33 χρόνια (75,91 χρόνια οι άνδρες και 80,86 οι γυναίκες).[10]

Οικονομία - Άμυνα

Οικονομία 

Το κατά κεφαλήν εισόδημά της Κύπρου είναι 28.381 $. Υιοθέτησε ως νόμισμά της το ευρώ την 1η Ιανουαρίου 2008. Στην Κύπρο υπάρχουν περίπου 250 λατομεία από τα οποία εξορύσσεται γύψος, φαιόχωμα, αμμοχάλικο, χαβάρα, άργιλος, ασβεστολιθικά πετρώματα, χαλκοπυρίτης, σιδηροπυρίτης, χρωμίτης, αμίαντος, μπεντονίτης και χαλκός. Η Κύπρος έχει μεγάλες δυνατότητες για την αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Στη γεωργία η Μεσαορία παράγει σιτηρά, η Κυθρέα ελιές, η Μόρφου εσπεριδοειδή, η Καρπασία καπνό, τα Κοκκινοχώρια πατάτες, εσπεριδοειδή και λαχανικά. Τα Κοκκινοχώρια πήραν το όνομα τους από το έδαφος τους, που είναι κόκκινο. Η οδήγηση γίνεται στα αριστερά. Το οδικό δίκτυο είναι αρκετά πυκνό και υπάρχουν, σχεδόν σε όλες τις μεγάλες πόλεις, αεροδρόμια. Yπολογίζεται ότι η Κύπρος προσελκύει πάνω από 2,4 εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο.

Ορυκτός πλούτος 

 
Kοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου στα χωρικά υδάτα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Πριν από λίγο καιρό, ανακαλύφθηκαν στη νότια ακτή της Κυπριακής Δημοκρατίας κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου. Πετρολόγοι υπολογίζουν ότι τα κοιτάσματα πετρελαίου περιέχουν 8-10 δισεκατομμύρια βαρέλια. Προς το παρόν τα κοιτάσματα αυτά διερευνούνται από μία αιγυπτολιβανέζικη κοινοπραξία.[13] Με τον Λίβανο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο (τούς κατοίκους της πληγείσας περιοχής) κλείσθηκαν συμφωνίες για μία Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Μετά από μια προκήρυξη η αμερικανική εταιρεία Noble Energy άρχισε με την αξιοποίηση των κοιτασμάτων.

Άμυνα

Τον Δεκέμβριο του 2008 ανακοινώθηκε μείωση κατά ένα μήνα της υποχρεωτικής θητείας των οπλιτών της Κύπρου . Στον στρατό της Κύπρου υπηρετούν υποχρεωτικά όλοι οι Κύπροι αρρένες . Εθνικής Φρουράς.[14]
Το Ηνωμένο Βασίλειο κατέχει εδάφη στην Κύπρο υπό μορφή στρατιωτικών βάσεων. Με την συμφωνία εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, το Ηνωμένο Βασίλειο κατέχει στην Κύπρο τις ακόλουθες κυρίαρχες στρατιωτικές βάσεις: (1) τη βάση Δεκέλειας, (2) τη βάση Επισκοπής (ονομάζεται και βάση Ακρωτηρίου)και (γ) τη βάση Άγιος Νικόλαος Αμμοχώστου. Έχει επίσης διευκολύνσεις στο Τρόοδος (ραντάρ), στο αεροδρόμιο Λάρνακας και στον Ακάμα. Στις κυρίαρχες βρετανικές βάσεις ισχύουν οι νόμοι της Μεγάλης Βρετανίας και όχι οι νόμοι της Κυπριακής Δημοκρατίας. Για παράδειγμα, αν ένας διαπράξει ληστεία ή άλλο ποινικό αδίκημα σε κυρίαρχη βρετανική βάση, θα δικαστεί από βρετανικό δικαστήριο των βάσεων και όχι από δικαστήριο της Δημοκρατίας. Σύμφωνα με τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, η Μ. Βρετανία θα καταβάλλει ετήσιο ενοίκιο για τις βάσεις, αλλά από την τούρκικη εισβολή και μέχρι σήμερα ουδένα ενοίκιο έχει καταβάλει χρωστώντας έτσι εκατομμύρια Ευρώ στη Δημοκρατία της Κύπρου. Οι βάσεις χρησιμοποιούνται για τη Βρετανική στρατιωτική παρουσία στην ανατολική Μεσόγειο, αλλά και για κατασκοπευτικούς σκοπούς, ως τμήμα του παγκόσμιου συστήματος παρακολούθησης Echelon. [15